I only wished to be something beautiful through my music… Through my silent devotion… ~ Nightwish, Oceal Soul ~

Είμαι απλά μια έφηβη, με μεγάλες αγάπες όμως. Μία από αυτές είναι η Ιαπωνία. Πολλές φορές ονειρεύομαι να ζήσω εκεί –Τόκιο: Η πόλη των ονείρων μου –Μ' αρέσει η ιαπωνική μουσική, οι ιαπωνικές σειρές, η ιαπωνική κουλτούρα και είπα να μοιραστώ αυτήν την αγάπη μαζί σας όπως και ότι άλλο εγώ θεωρώ όμορφο… Εκτός αυτού όμως εδώ θα δεις και πράγματα που με ενοχλούν καθώς και την γνώμη μου για ότι συμβαίνει γύρω μας που με επηρεάζει.

Σάββατο 26 Μαρτίου 2011

Anime εικόνες














Anime

Ο όρος anime (άνιμε) χρησιμοποιείται από τον δυτικό κόσμο για να χαρακτηρίσει τα Ιαπωνικά κινούμενα σχέδια. Στα Ιαπωνικά γράφεται με τους τρεις χαρακτήρες κατακάνα: "α", "νι", "με" (アニメ) και προφέρεται όπως διαβάζεται, αν και συνήθως σε διάφορες χώρες το προφέρουν ανάλογα με τους κανόνες ή τις συνήθειες προφοράς τους. Η λέξη αποτελεί συντόμευση της αγγλικής λέξης animation, η οποία στα Ιαπωνικά προφέρεται ανιμεσον (アニメーション) με παχύ "σ". Όπως και οι περισσότερες αγγλικές λέξεις που έχουν προστεθεί στην Ιαπωνική γλώσσα, έτσι και το animation συχνά "κόβεται" στην πιο σύντομη μορφή anime. Στην Ιαπωνία ως anime / animation χαρακτηρίζονται όλα τα κινούμενα σχέδια ανεξάρτητα από την χώρα προέλευσής τους, αντίθετα εκτός Ιαπωνίας έχει καθιερωθεί να χαρακτηρίζονται ως anime μόνο τα Ιαπωνικά κινούμενα σχέδια.
Τα άνιμε έχουν αρκετές διαφορές και κάποια συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που τα κάνουν να ξεχωρίζουν από τα υπόλοιπα κινούμενα σχέδια. Η μεγαλύτερη διαφορά είναι πως αντίθετα με αυτό που πιστεύεται στην δύση, πως τα κινούμενα σχέδια είναι κάτι μόνο για παιδιά, στα άνιμε αυτό δεν ισχύει. Υπάρχουν φυσικά ανιμέ για παιδιά αλλά δεν περιορίζεται το είδος μόνο σε αυτό. Υπάρχουν ανιμέ με πολύ πλούσια θεματολογία για όλες τις ηλικίες και ομάδες ανθρώπων. Ανιμέ για αγόρια "少年" (shounen) (σ'όνεν), ανιμέ για κορίτσια "少女" (shoujo) (σ'ότζο), για μικρές ηλικίες ως και αποκλειστικά για ενήλικους "成年" (seinen) (σέινεν)....
Χαρακτηριστικά εξωτερικά γνωρίσματα των άνιμε, είναι το ύφος που χρησιμοποιείται στον σχεδιασμό τους και ορισμένες τεχνικές. Οι χαρακτήρες στα ανιμέ έχουν συνήθως αρκετά μεγάλα μάτια. Κάτι που βοηθάει πάρα πολύ στην έκφραση των συναισθημάτων. Με τα μάτια απεικονίζει ο σχεδιαστής των ανιμέ την λύπη, χαρά, φόβο, οργή και οποιοδήποτε άλλο συναίσθημα των ηρώων του. Επίσης συνήθως δίνεται αρκετή σημασία στην λεπτομέρεια, έτσι ώστε τα σχέδια να είναι όσο το δυνατόν πιο ρεαλιστικά και όχι σουρεαλιστικά όπως συμβαίνει συνήθως στην δύση. Οι εκφράσεις ακόμα των ηρώων δεν είναι φυσιολογικές, αφού το πρόσωπο και άλλα χαρακτηριστικά του μεγεθύνονται ανάλογα με την περίσταση. Έτσι δεν θα είναι περίεργο το στόμα να ανοίγει διάπλατα και να καλύπτει το μισό πρόσωπο σε περιπτώσεις που ο ήρωας χαίρεται.
Οι ήρωες στα άνιμε δεν μοιάζουν επίσης τόσο πολύ με αυτούς που μας έχει συνηθίσει η Δύση, ή μάλλον καλύτερα η Αμερική. Δεν είναι ακραίες εκδόσεις των φύλων, με στενά κολλητά ρούχα που διαγράφουν το σώμα. Οι ήρωες είναι απλοί συνηθισμένοι άνθρωποι όπως εμείς. Οι οποίοι εργάζονται, πάνε σχολείο, ερωτεύονται, απογοητεύονται, ονειρεύονται όπως εμείς. Αυτοί οι συνηθισμένοι άνθρωποι όμως έχουν κάτι το ιδιαίτερο. Έχουν κάποια κρυφή μαγική δύναμη, ή γνωρίζουν κάποιο μαγικό πλάσμα ή έχουν πρόσβαση σε έναν άλλο κόσμο. Οι κακοί δεν είναι απόλυτοι, και οι καλοί δεν κάνουν μόνο καλό. Οι ήρωες πεθαίνουν, ή εξαφανίζονται και ξεχνιούνται. Αυτά τα λίγα και άλλα πολλά κάνουν τα άνιμε να ξεχωρίζουν. (από Wikipedia)

Για όσους είναι Anime - Lovers να τέσσερα link που μπορεί να φανούν χρήσιμα:

Oscar Wilde ~ Αποφθέγματα

  • «Ένας ηθικολόγος άντρας είναι βασικά υποκριτής. Ενώ μια ηθικολόγος γυναίκα είναι δίχως άλλο άσχημη.»
  • «Μου αρέσουν οι γυναίκες που δεν έχουν παρελθόν, όπως και οι άντρες που έχουν μέλλον.»
  • «Δεν θα έπρεπε ποτέ να εμπιστεύεται κανείς μία γυναίκα που λέει την πραγματική της ηλικία. Μια γυναίκα που θα το έλεγε αυτό σε κάποιον, θα μπορούσε να του πει οτιδήποτε.»
  • «Οι γυναίκες απεικονίζουν τον θρίαμβο της ύλης ενάντια στο νου, με τον ίδιο τρόπο που οι άντρες απεικονίζουν τον θρίαμβο του νου ενάντια στην ηθική.»
  • «Είκοσι χρόνια ειδυλλίου κάνουν μια γυναίκα να μοιάζει με ερείπιο. Όμως, είκοσι χρόνια γάμου τη μετατρέπουν σε κάτι σαν δημόσιο κτίριο.»
  • «Τα παιδιά στην αρχή αγαπούν τους γονείς τους – όταν μεγαλώνουν τους κρίνουν – κάποιες φορές τους συγχωρούν.»
  • «Μόνο ένα πράγμα στον κόσμο είναι χειρότερο από το να γίνεσαι αντικείμενο κουτσομπολιού και αυτό είναι να μη γίνεσαι αντικείμενο κουτσομπολιού.»
  • «Μόνο οι ρηχοί άνθρωποι δεν κρίνουν από την εμφάνιση.»
  • «Κυνικός είναι ο άνθρωπος που ξέρει την τιμή των πάντων και την αξία του τίποτα.»
  • «Μια εποχή που δεν έχει κριτική δραστηριότητα, είτε είναι εποχή μιας ανεξέλεγκτης τέχνης ιερατικής και περιορίζεται να αναδημιουργεί καθιερωμένους τύπους τέχνης, είτε μια εποχή που δεν έχει τέχνη καθόλου.»
  • «Όσο ο πόλεμος θα θεωρείται σαν ένα κακό, θα έχει τους θαυμαστές του, όταν όμως θα χαρακτηριστεί κτηνωδία, θα πάψει να υποστηρίζεται από τον περισσότερο κόσμο.»
  • «Η ιστορία είναι απλώς ένα ευαγγέλιο.»
  • «Κάθε πορτρέτο που γίνεται με την έμπνευση του ζωγράφου, είναι το πορτρέτο του καλλιτέχνη και όχι αυτού που ποζάρει.»
  • «Οι γυναίκες πλάστηκαν για να τις αγαπούμε και όχι για να τις λατρεύουμε.»
  • «Οι άντρες πάντα θέλουν να είναι η πρώτη αγάπη μιας γυναίκας. Οι γυναίκες, αντίθετα, θέλουν να είναι το τελευταίο αίσθημα ενός άντρα.»
  • «Η μόνη διαφορά ανάμεσα στον άγιο και τον αμαρτωλό είναι ότι κάθε άγιος έχει ένα παρελθόν και κάθε αμαρτωλός ένα μέλλον.»
(Πηγή: Σαν Σήμερα)

    Σάββατο 19 Μαρτίου 2011

    Έκθεση για το κοινοβούλιο


    Από ότι διάβασα σε άλλα blog, έγινε ένας μικρός χαμός σχετικά με την έκθεση για το κοινοβούλιο. Ήμουν και εγώ μία από αυτούς που έψαξε να βρει πληροφορίες στο διαδίκτυο και έγραψε και την έκθεση, την οποία αποφάσισα να δημοσιεύσω. 
    Θέμα: «Το κοινοβούλιο εκλέγεται από τους πολίτες για να εκφράζει τη δημοκρατική τους βούληση, να προασπίζεται και να προωθεί το δημόσιο και εθνικό συμφέρον. Αφού λάβετε υπόψη σας τα παραπάνω, να γράψετε ένα άρθρο στο οποίο θα εκφράζετε τη γνώμη σας για το ελληνικό κοινοβούλιο και θα προτείνετε τρόπους βελτίωσης του ρόλου του, αν κρίνετε πως αυτό είναι αναγκαίο.» (400 – 500 λέξεις περίπου)
    «Οι δυσλειτουργίες του κοινοβουλίου»
    Το κοινοβούλιο είναι το συλλογικό πολιτικό όργανο που ασκεί τη νομοθετική εξουσία και ελέγχει και κατευθύνει την εκτελεστική. Εκφράζει ως θεσμός τη δημοκρατία, εφόσον εκλέγεται από το λαό και τον εκπροσωπεί. Η δημοκρατία είναι από τη φύση της προστάτης της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, αφού ως κέντρο έχει τον άνθρωπο. Προσφέρει ίσες ευκαιρίες πνευματικής ανάπτυξης, δίνει τη δυνατότητα της ελεύθερης διακίνησης ιδεών και εξασφαλίζει την αξιοκρατία αφού, με την καθιέρωση κριτηρίων, αναδεικνύονται οι ικανότεροι. Η δημοκρατία γίνεται ο προασπιστής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αποτελεί τη βάση για την ανθρώπινη αρμονική συνύπαρξη, προνοεί για τους οικονομικά ασθενείς πολίτες, προσφέρει κοινωνική ασφάλιση και παρέχει τη δυνατότητα ελεύθερης οικονομικής δραστηριότητας. Αποτελεί προϋπόθεση για την ανθρώπινη αρμονική συνύπαρξη καθώς και για την ευπραξία των πολιτών.
    Η ελληνική Βουλή ουσιαστικά θα έπρεπε να εκφράζει όσα προαναφέρθηκαν, αλλά δεν το κάνει για ποικίλους λόγους. Αρχικά τα συμφέροντα που προωθούνται δεν είναι τα δημόσια και εθνικά αλλά τα ατομικά. Ο κάθε βουλευτής εξυπηρετεί πολιτικές σκοπιμότητες διαφόρων ειδών. Οι ατομικές επομένως φιλοδοξίες υπονομεύουν τους δημοκρατικούς θεσμούς, όπως και η απληστία, ο ωφελιμισμός και οι υλικιστικές τάσεις. Παρατηρείται κρίση διαφόρων θεσμών με κυριότερο, από την οπτική γωνία των μαθητών, αυτού της παιδείας. 
    Το κράτος θα όφειλε να μεριμνά για την καθολική παιδεία, διότι το μέλλον βασίζεται στους νέους, αλλά αντίθετα οι μαθητές στα σχολεία βομβαρδίζονται από ανούσιες και άχρηστες γνώσεις, κοπιάζουν για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και ποιος ο λόγος; Για να οδηγηθούν στην ανεργία. Βέβαια εξαρχής το παρόν εκπαιδευτικό σύστημα έχει ως προφανή σκοπό τη μη-ένταξη των ατόμων στην κοινωνία, εφόσον δημιουργεί άβουλα άτομα, τα οποία δεν έχουν μάθει ούτε θα μπορέσουν ποτέ να μάθουν να σκέφτονται με αποτέλεσμα να χειραγωγούνται από τον οποιονδήποτε, ενώ θα έπρεπε μέσα από το σχολείο να βγαίνουν ολοκληρωμένες προσωπικότητες, γιατί αλλιώς δεν είναι δυνατόν να λειτουργήσει η δημοκρατία. Διότι η παιδεία οφείλει να καλλιεργεί το δημοκρατικό ήθος, δηλαδή τις ανθρώπινες διαπροσωπικές σχέσεις, τη συνεργατικότητα, την αλληλεγγύη ώστε να επιτυγχάνεται η ομαλή κοινωνική συμβίωση, η οποία έχει τις βάσεις της στην πνευματική καλλιέργεια. Έτσι αποφεύγονται ο φανατισμός, ο δογματισμός και η δημοκοπία.
    Αυτή είναι λοιπόν η κακή παρεχόμενη παιδεία, από την οποία το κράτος συνεχώς περικόπτει. Το σχολικό έτος 2010 – 2011, κατά την γνώμη της βουλής που ψήφισε το νομοσχέδιο, κρίθηκε αναγκαίο να καταργηθεί η πρόσθετη ενισχυτική διδασκαλία, στρέφοντας τους μαθητές για άλλη μια φορά στην παραπαιδεία. Γιατί, λοιπόν, σε ένα κράτος με δωρεάν παιδεία οι γονείς αναγκάζονται να πληρώσουν για να μάθουν τα παιδιά τους; Μαθητές Γυμνασίου και Λυκείου είτε χαρακτηρίζονται από πλήρη αδιαφορία «Δε με αφορά. Σε αυτή την ηλικία έχω πολύ σημαντικότερα πράγματα να ασχοληθώ από την πολιτική.» είτε πλημμυρίζουν από οργή την οποία προσπαθούν να συγκρατήσουν «Σήμερα, μετά τα αμέτρητα δάνεια, αλλά και την εισβολή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στην ελληνική οικονομία και την υπόσχεση σας ότι η ελληνική οικονομία θα φτιάξει, ένας στους έξι Έλληνες είναι άνεργος, ενώ πολλές οικογένειες ζουν κάτω από το όριο της φτώχιας. Παρ’ όλα αυτά, όσο περνάει ο καιρός ανακαλύπτουμε καινούργια προβλήματα και νέες υποσχέσεις από εσάς».
    Η χώρα καταστρέφεται σταδιακά από την ανευθυνότητα. Οι πολιτικοί δεν δίνουν προσοχή στα σκάνδαλα που έχουν συμβεί και προσπαθούν να τα προσπερνούν. Είναι όμως άσκοπο γιατί όλα αυτά έχουν ακουστεί και, αν μπορούν να τα σβήνουν από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, δεν μπορούν να τα σβήσουν από τα μυαλά των ατόμων. Το Κοινοβούλιο αδυνατεί να αντιμετωπίσει την κρίση. Τα επακόλουθα είναι η ανεργία, οι συνεχείς περικοπές μισθών και συντάξεων, η αύξηση της εγκληματικότητας και, κυριότερο, η οργή. Οι αντιδράσεις του λαού έχουν αρχίσει να γίνονται ανεξέλεγκτες και βίαιες, οι πολίτες φτάνουν σιγά σιγά στα όρια τους. 
    Οι πολιτικοί πρέπει να καταλάβουν ότι ο κόσμος έχει εξαντλήσει τα όσα αποθέματα υπομονής είχε. Επιτέλους πρέπει να ειπωθεί η αλήθεια. Οι εκάστοτε ομιλητές στο Κοινοβούλιο οφείλουν να εγκαταλείψουν το σοβαροφανές τους ύφος, τον τυποποιημένο πολιτικό λόγο, τις γεμάτες στόμφο  ‘επιθέσεις’ στους πολιτικούς τους αντιπάλους. Οι πολίτες απαιτούν πλέον σοβαρό, ειλικρινή, πατριώτη, διορατικό, ηθικό, έμπειρο, οικείο, τολμηρό, ουσιαστικό, και απλό ομιλητή για την εκπροσώπησή τους. Οι βουλευτές πρέπει να βρίσκονται όσο το δυνατόν πιο κοντά στον απλό καθημερινό πολίτη και στους ανθρώπους που εκπροσωπούν για να αντιλαμβάνονται τα προβλήματα ‘ως έχουν’ και να τα μεταφέρουν αυτούσια στις συνεδριάσεις της Βουλής.
    Η δημοκρατία υποτίθεται πως στηρίζεται στην ισοπολιτεία, την ισονομία και την αξιοκρατία, μακριά από ταξικές διαφορές και κοινωνικά χάσματα. Οι νόμοι που προστατεύουν τους βουλευτές και τους διαχωρίζουν από τους υπόλοιπους πολίτες καλό θα ήταν να καταργηθούν. Για λόγους κοινωνικής δικαιοσύνης, τα σκανδαλιστικά προνόμια που απολαμβάνουν οφείλουν να επανεξεταστούν, ώστε κίνητρο για τη βουλευτική ιδιότητα να είναι η εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος και όχι του ατομικού.  
    Καταλήγοντας, οι εκλεγμένοι βουλευτές οφείλουν να είναι ελεύθεροι στην έκφραση της πολιτικής τους γνώμης μέσα στο Κοινοβούλιο και να μη δεσμεύονται από οποιαδήποτε κομματική πειθαρχία, δηλαδή να τους υποδεικνύει ο πολιτικός αρχηγός την κομματική γραμμή. Θα έπρεπε να παρέχεται πραγματική ελευθερία στους βουλευτές και όχι να περιορίζονται τα δικαιώματα ελεύθερης έκφρασης όσων πολιτικών θέλουν να αντιταχθούν στο ρεύμα και να φέρουν κάποια θετική αλλαγή.

    Θα μπορούσα να πω και άλλα. Σίγουρα σε ένα τέτοιο θέμα υπάρχουν πολλά για να πει κάποιος. Δυστυχώς η έλλειψη χρόνου και ο περιορισμός στις λέξεις (που έτσι και αλλιώς ξεπέρασα) δε με άφησαν. Πραγματικά όμως… Είναι να αναρωτιέται κανείς ποιος είναι ο λόγος που επιλέχθηκε ένα τέτοιο θέμα…!

    Ναύπλιο

    Από την περσινή τετραήμερη σχολική εκδρομή στο Ναύπλιο.  :-) 

























    Υπέροχη πόλη. 4 μέρες δεν ήταν αρκετές για να προλάβουμε να το χαρούμε όσο του αξίζει. 

    Λίγα πράγματα για το Ναύπλιο: (από Wikipedia) 
    Το Ναύπλιο ή Ανάπλι είναι πόλη της Πελοποννήσου, πρωτεύουσα του Νομού Αργολίδας και ο κυριότερος λιμένας της ανατολικής Πελοποννήσου. Σύμφωνα με την απογραφή του 2001 είχε 13.822 κατοίκους. Είναι μια απ' τις πιο γραφικές πόλεις της χώρας, και υπήρξε πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους στα χρόνια 1828-1833.
    Το Ναύπλιο είναι γνωστό για το Μπούρτζι, μικρό φρούριο χτισμένο σε νησίδα μέσα στο λιμάνι, για το Παλαμήδι, ενετικό φρούριο που δεσπόζει στην πόλη, για την Ακροναυπλία (τουρκ. Ιτς-Καλέ), έτερο φρούριο ενετικό, επί της ομώνυμης χερσονησίδας, καθώς και ως τόπος δολοφονίας του Ιωάννη Καποδίστρια.
    Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία στην τοποθεσία της σημερινής πόλης ίδρυσε ο Ναύπλιος τη Ναυπλία η οποία οχυρώθηκε με κυκλώπεια τείχη. Αρχαιολογικά ευρήματα αποδεικνύουν την ύπαρξη της πόλης από τα μυκηναϊκά κιόλας χρόνια.
    Το Ναύπλιο αποτελεί δημοφιλή προορισμό των κατοίκων της Αθήνας και της Πελοποννήσου καθώς απέχει λίγο και από τις δυο περιοχές. Στα ομορφότερα κτήρια της πόλης είναι το μέγαρο Άρμανσμπεργκ (κατοικία του αντιβασιλέα της Ελλάδος Άρμανσμπεργκ) καθώς και το αρχαιολογικό μουσείο στην πλατεία Συντάγματος. Στην πόλη λειτουργεί επίσης παράρτημα της Εθνικής Πινακοθήκης.

    Παρασκευή 18 Μαρτίου 2011

    Κίχλη - Γιώργος Σεφέρης

    «ΚΙΧΛΗ»

    Δαίμονος ἐπιπόνου κατὰ τύχης χαλεπῆς ἐφήμερον σπέρμα,
    τί μὲ βιάζεσθε λέγειν, ἃ ὑμῖν ἄρειον μὴ γνῶναι.
    (Ο ΣΕΙΛΗΝΟΣ ΣΤΟΝ ΜΙΔΑ)

    Α´
    Τὸ σπίτι κοντὰ στὴ θάλασσα

    Τὰ σπίτια ποὺ εἶχα μου τὰ πῆραν. Ἔτυχε
    νά᾿ ναι τὰ χρόνια δίσεχτα πόλεμοι χαλασμοὶ ξενιτεμοὶ
    κάποτε ὁ κυνηγὸς βρίσκει τὰ διαβατάρικα πουλιὰ
    κάποτε δὲν τὰ βρίσκει- τὸ κυνήγι
    ἦταν καλὸ στὰ χρόνια μου, πῆραν πολλοὺς τὰ σκάγια-
    οἱ ἄλλοι γυρίζουν ἢ τρελαίνουνται στὰ καταφύγια.
    Μὴ μοῦ μιλᾶς γιὰ τ᾿ ἀηδόνι μήτε γιὰ τὸν κορυδαλλὸ
    μήτε γιὰ τὴ μικρούλα σουσουράδα
    ποὺ γράφει νούμερα στὸ φῶς μὲ τὴν οὐρά της-
    δὲν ξέρω πολλὰ πράγματα ἀπὸ σπίτια
    ξέρω πὼς ἔχουν τὴ φυλή τους, τίποτε ἄλλο.
    Καινούργια στὴν ἀρχή, σὰν τὰ μωρὰ
    ποὺ παίζουν στὰ περβόλια μὲ τὰ κρόσσια τοῦ ἥλιου,
    κεντοῦν παράθροφυλλα χρωματιστὰ καὶ πόρτες
    γυαλιστερὲς πάνω στὴ μέρα-
    ὅταν τελειώσει ὁ ἀρχιτέκτονας ἀλλάζουν,
    ζαρώνουν ἢ χαμογελοῦν ἢ ἀκόμη πεισματώνουν
    μ᾿ ἐκείνους ποὺ ἔμειναν μ᾿ ἐκείνους ποὺ ἔφυγαν
    μ᾿ ἄλλους ποὺ θὰ γυρίζανε ἂν μποροῦσαν
    ἢ ποὺ χάθηκαν, τώρα ποὺ ἔγινε
    ὁ κόσμος ἕνα ἀπέραντο ξενοδοχεῖο.
    Δὲν ξέρω πολλὰ πράγματα ἀπὸ σπίτια,
    θυμᾶμαι τὴ χαρά τους καὶ τὴ λύπη τους
    καμιὰ φορά, σὰ σταματήσω-
    ἀκόμη
    καμιὰ φορά, κοντὰ στὴ θάλασσα, σὲ κάμαρες γυμνὲς
    μ᾿ ἕνα κρεβάτι σιδερένιο χωρὶς τίποτε δικό μου
    κοιτάζοντας τὴ βραδινὴν ἀράχνη συλλογιέμαι
    πὼς κάποιος ἑτοιμάζεται νὰ ῾ρθεῖ, πὼς τὸν στολίζουν
    μ᾿ ἄσπρα καὶ μαῦρα ροῦχα μὲ πολύχρωμα κοσμήματα
    καὶ γύρω του μιλοῦν σιγὰ σεβάσμιες δέσποινες
    γκρίζα μαλλιὰ καὶ σκοτεινὲς δαντέλες,
    πὼς ἑτοιμάζεται νὰ ᾿ ρθει νὰ μ᾿ ἀποχαιρετήσει-
    ἤ, μιὰ γυναίκα ἐλικοβλέφαρη βαθύζωνη
    γυρίζοντας ἀπὸ λιμάνια μεσημβρινά,
    Σμύρνη Ρόδο Συρακοῦσες Ἀλεξάντρεια,
    ἀπὸ κλειστὲς πολιτεῖες σὰν τὰ ζεστὰ παράθυροφυλλα,
    μὲ ἀρώματα χρυσῶν καρπῶν καὶ βότανα,
    πὼς ἀνεβαίνει τὰ σκαλιὰ χωρὶς νὰ βλέπει
    ἐκείνους ποὺ κοιμήθηκαν κάτω ἀπ᾿ τὴ σκάλα.
    Ξέρεις τὰ σπίτια πεισματώνουν εὔκολα, σὰν τὰ γυμνώσεις.

    Β´
    Ὁ Ἡδονικὸς Ἐλπήνωρ

    Τὸν εἶδα χτὲς νὰ σταματᾶ στὴν πόρτα
    κoιτῶ ἀπὸ τὸ παράθυρό μου θἄ᾿ταν
    ἑφτὰ περίπου μιὰ γυναίκα ἦταν μαζί του.
    Εἶχε τὸ φέρσιμο τοῦ Ἐλπήνορα, λίγο πρὶν πέσει
    νὰ τσακιστεῖ, κι ὅμως δὲν ἦταν μεθυσμένος.
    Μιλοῦσε πολὺ γρήγορα, κι ἐκείνη
    κοίταζε ἀφηρημένη πρὸς τοὺς φωνογράφους-
    τὸν ἔκοβε καμιὰ φορὰ νὰ πεῖ μία φράση
    κι ἔπειτα κοίταζε μ᾿ ἀνυπομονησία
    ἐκεῖ ποὺ τηγανίζουν ψάρια- σὰν τὴ γάτα.
    Αὐτὸς ψιθύριζε μ᾿ ἕνα ἀποτσίγαρο σβηστὸ στὰ χείλια:
    - Ἄκουσε ἀκόμη τοῦτο. Στὸ φεγγάρι
    τ᾿ ἀγάλματα λυγίζουν κάποτε σὰν τὸ καλάμι
    ἀνάμεσα σὲ ζωντανοὺς καρποὺς — τ᾿ ἀγάλματα-
    κι ἡ φλόγα γίνεται δροσερὴ πικροδάφνη,
    ἡ φλόγα ποὺ καίει τὸν ἄνθρωπο, θέλω νὰ πῶ.
    - Εἶναι τὸ φῶς... ἴσκιοι τῆς νύχτας...
    - Ἴσως ἡ νύχτα ποὺ ἄνοιξε, γαλάζιο ρόδι,
    σκοτεινὸς κόρφος, καὶ σὲ γέμισε ἄστρα
    κόβοντας τὸν καιρό.
    Κι ὅμως τ᾿ ἀγάλματα
    λυγίζουν κάποτε, μοιράζοντας τὸν πόθο
    στὰ δυό, σὰν τὸ ροδάκινο κι ἡ φλόγα
    γίνεται φίλη μὰ στὰ μέλη κι ἀναφιλητὸ
    κι ἔπειτα φύλλο δροσερὸ ποὺ παίρνει ὁ ἄνεμος-
    λυγίζουν γίνουνται ἀλαφριὰ μ᾿ ἕνα ἀνθρώπινο βάρος.
    Δὲν τὸ ξεχνᾶς.
    - Τ᾿ ἀγάλματα εἶναι στὸ μουσεῖο.
    -Ὄχι, σὲ κυνηγοῦν, πῶς δὲν τὸ βλέπεις;
    θέλω νὰ πῶ μὲ τὰ σπασμένα μέλη τους,
    μὲ τὴν ἀλλοτινὴ μορφή τους ποὺ δὲ γνώρισες
    κι ὅμως τὴν ξέρεις.
    Ὅπως ὅταν
    στὰ τελευταῖα τῆς νιότης σου ἀγαπήσεις
    γυναίκα ποὺ ἔμεινε ὄμορφη, κι ὅλο φοβᾶσαι,
    καθὼς τὴν κράτησες γυμνὴ τὸ μεσημέρι,
    τὴ μνήμη ποὺ ξυπνᾶ στὴν ἀγκαλιά σου-
    φοβᾶσαι τὸ φιλὶ μὴ σὲ προδώσει
    σ᾿ ἄλλα κρεβάτια περασμένα τώρα
    ποὺ ὡστόσο θὰ μποροῦσαν νὰ στοιχειώσουν
    τόσο εὔκολα τόσο εὔκολα καὶ ν᾿ ἀναστήσουν
    εἴδωλα στὸν καθρέφτη, σώματα ποὺ ἦταν μία φορὰ-
    τὴν ἡδονή τους.
    Ὅπως ὅταν
    γυρίζεις ἀπ᾿ τὰ ξένα καὶ τύχει ν᾿ ἀνοίξεις
    παλιὰ κασέλα κλειδωμένη ἀπὸ καιρὸ
    καὶ βρεῖς κουρέλια ἀπὸ τὰ ροῦχα ποὺ φοροῦσες
    σὲ ὄμορφες ὧρες, σὲ γιορτὲς μὲ φῶτα
    πολύχρωμα, καθρεφτισμένα, ποὺ ὅλο χαμηλώνουν
    καὶ μένει μόνο τὸ ἄρωμα τῆς ἀπουσίας
    μιᾶς νέας μορφῆς.
    Ἀλήθεια, τὰ συντρίμμια
    δὲν εἶναι ἐκεῖνα- ἐσὺ ῾σαι τὸ ρημάδι-
    σὲ κυνηγοῦν μὲ μία παράξενη παρθενιὰ
    στὸ σπίτι στὸ γραφεῖο στὶς δεξιώσεις
    τῶν μεγιστάνων, στὸν ἀνομολόγητο φόβο τοῦ ὕπνου-
    μιλοῦν γιὰ περιστατικὰ ποὺ θὰ ἤθελες νὰ μὴν ὑπάρχουν
    ἢ νὰ γινόντουσαν χρόνια μετὰ τὸ θάνατό σου,
    κι αὐτὸ εἶναι δύσκολο γιατί...
    -Τ᾿ ἀγάλματα εἶναι στὸ μουσεῖο.
    Καληνύχτα.
    -... γιατὶ τ᾿ ἀγάλματα δὲν εἶναι πιὰ συντρίμμια,
    εἴμαστε ἐμεῖς. Τ᾿ ἀγάλματα λυγίζουν ἀλαφριὰ ... καλή-
    νύχτα.
    Ἐδῶ χωρίστηκαν. Αὐτὸς ἐπῆρε
    τὴν ἀνηφόρα ποὺ τραβάει κατὰ τὴν Ἄρκτο
    κι αὐτὴ προχώρεσε πρὸς τὸ πολύφωτο ἀκρογιάλι
    ὅπου τὸ κύμα πνίγεται στὴ βοὴ τοῦ ραδιοφώνου:

    Τὸ ραδιόφωνο

    «Πανιὰ στὸ φύσημα τοῦ ἀγέρα
    ὁ νοῦς δὲν κράτησε ἄλλο ἀπὸ τὴ μέρα.
    Ἄρωμα πεύκου καὶ σιγὴ
    εὔκολα θ᾿ ἁπαλύνουν τὴν πληγὴ
    ποὺ ἔκαμαν φεύγοντας ὁ ναύτης
    ἡ σουσουράδα ὁ κοκωβιὸς κι ὁ μυγοχάφτης.
    Γυναίκα ποὺ ἔμεινες χωρὶς ἁφή,
    ἄκουσε τῶν ἀνέμων τὴν ταφή.
    «Ἄδειασε τὸ χρυσὸ βαρέλι
    ὁ γήλιος ἔγινε κουρέλι
    σὲ μιᾶς μεσόκοπης λαιμὸ
    ποὺ βήχει καὶ δὲν ἔχει τελειωμό-
    τὸ καλοκαίρι ποὺ ταξίδεψε τὴ θλίβει
    μὲ τὰ μαλάματα στοὺς ὤμους καὶ στὴν ἥβη.
    Γυναίκα ποὺ ἔχασε τὸ φῶς,
    ἄκουσε, τραγουδᾶ ὁ τυφλός.»
    «Σκοτείνιασε- κλεῖσε τὰ τζάμια-
    κάνε σουραύλια μὲ τὰ χτεσινὰ καλάμια,
    καὶ μὴν ἀνοίγεις ὅσο κι ἂν χτυποῦν-
    φωνάζουν μὰ δὲν ἔχουν τί νὰ ποῦν.
    Πάρε κυκλάμινα, πευκοβελόνες,
    κρίνα ἀπ᾿ τὴν ἄμμο, κι ἀπ᾿ τὴ θάλασσα ἀνεμῶνες
    γυναίκα ποὺ ἔχασες τὸ νοῦ,
    ἄκου, περνᾶ τὸ ξόδι τοῦ νεροῦ...»
    «Ἀθῆναι. Ἀνελίσσονται ραγδαίως
    τὰ γεγονότα ποὺ ἤκουσε μὲ δέος
    ἡ κοινὴ γνώμη. Ὁ κύριος ὑπουργὸς
    ἐδήλωσεν, Δὲν μένει πλέον καιρός...»
    «... πάρε κυκλάμινα... πεῦκο βελόνες...
    κρίνα ἀπ᾿ τὴν ἄμμο... πεῦκο βελόνες...
    γυναίκα. .»
    «... ὑπερτερεῖ συντριπτικῶς.
    Ὁ πόλεμος...»
    ΨΥΧΑΜΟΙΒΟΣ

    Γ´
    Τὸ ναυάγιο τῆς «Κίχλης»

    «Τὸ ξύλο αὐτὸ ποὺ δρόσιζε τὸ μέτωπό μου
    τὶς ὦρες ποὺ τὸ μεσημέρι πύρωνε τὶς φλέβες
    σὲ ξένα χέρια θέλει ἀνθίσει. Πάρ᾿ το, σοῦ τὸ χαρίζω-
    δές, εἶναι ξύλο λεμονιᾶς...»
    Ἄκουσα τὴ φωνὴ
    καθὼς ἐκοίταζα στὴ θάλασσα νὰ ξεχωρίσω
    ἕνα καράβι ποὺ τὸ βούλιαξαν ἐδῶ καὶ χρόνια-
    τὄ᾿λεγαν «Κίχλη» ἕνα μικρὸ ναυάγιο- τὰ κατάρτια,
    σπασμένα, κυματίζανε λοξὰ στὸ βάθος, σὰν πλοκάμια
    ἢ μνήμη ὀνείρων, δείχνοντας τὸ σκαρί του
    στόμα θαμπὸ κάποιου μεγάλου κήτους νεκροῦ
    σβησμένο στὸ νερό. Μεγάλη ἀπλώνουνταν γαλήνη.
    Κι ἄλλες φωνὲς σιγὰ-σιγὰ μὲ τὴ σειρά τους
    ἀκολούθησαν- ψίθυροι φτενοὶ καὶ διψασμένοι
    ποὺ βγαίναν ἀπὸ τοῦ ἥλιου τ᾿ ἄλλο μέρος, τὸ σκοτεινό-
    θἄ ῾λεγες γύρευαν νὰ πιοῦν αἷμα μία στάλα-
    ἤτανε γνώριμες μὰ δὲν μποροῦσα νὰ τὶς ξεχωρίσω.
    Κι ἦρθε ἡ φωνὴ τοῦ γέρου, αὐτὴ τὴν ἔνιωσα
    πέφτοντας στὴν καρδιὰ τῆς μέρας
    ἥσυχη, σὰν ἀκίνητη:
    «Κι ἂ μὲ δικάσετε νὰ πιῶ τὸ φαρμάκι, εὐχαριστῶ-
    τὸ δίκιο σας θἆ ῾ναι τὸ δίκιο μου ποῦ νὰ πηγαίνω
    γυρίζοντας σὲ ξένους τόπους, ἕνα στρογγυλὸ λιθάρι.
    Τὸ θάνατο τὸν προτιμῶ-
    ποιὸς πάει γιὰ τὸ καλύτερο ὁ θεὸς τὸ ξέρει».
    Χῶρες τοῦ ἥλιου καὶ δὲν μπορεῖτε ν᾿ ἀντικρίσετε τὸν ἥλιο.
    Χῶρες τοῦ ἀνθρώπου καὶ δὲν μπορεῖτε ν᾿ ἀντικρίσετε τὸν
    ἄνθρωπο.

    Τὸ φῶς

    Καθὼς περνοῦν τὰ χρόνια
    πληθαίνουν οἱ κριτὲς ποὺ σὲ καταδικάζουν-
    καθὼς περνοῦν τὰ χρόνια καὶ κουβεντιάζεις μὲ λιγότερες
      φωνές,
    βλέπεις τὸν ἥλιο μ᾿ ἄλλα μάτια-
    ξέρεις πὼς ἐκεῖνοι ποὺ ἔμειναν, σὲ γελοῦσαν,
    τὸ παραμίλημα τῆς σάρκας, ὁ ὄμορφος χορὸς
    ποὺ τελειώνει στὴ γύμνια.
    Ὅπως, τὴ νύχτα στρίβοντας στὴν ἔρμη δημοσιά,
    ἄξαφνα βλέπεις νὰ γυαλίζουν τὰ μάτια ἑνὸς ζώου
    ποὺ ἔφυγαν κιόλας, ἔτσι νιώθεις τὰ μάτια σου
    τὸν ἥλιο τὸν κοιτᾶς, ἔπειτα χάνεσαι μὲς στὸ σκοτάδι-
    ὁ δωρικὸς χιτώνας
    ποὺ ἀγγίξανε τὰ δάχτυλά σου καὶ λύγισε σὰν τὰ βουνά,
    εἶναι ἕνα μάρμαρο στὸ φῶς, μὰ τὸ κεφάλι του εἶναι στὸ
      σκοτάδι.
    Κι αὐτοὺς ποὺ ἀφῆσαν τὴν παλαίστρα γιὰ νὰ πάρουν
      δοξάρια
    καὶ χτύπησαν τὸ θεληματικὸ μαραθωνοδρόμο
    κι ἐκεῖνος εἶδε τὴ σφενδόνη ν᾿ ἀρμενίζει στὸ αἷμα
    ν᾿ ἀδειάζει ὁ κόσμος ὅπως τὸ φεγγάρι
    καὶ νὰ μαραίνουνται τὰ νικηφόρα περιβόλια-
    τοὺς βλέπεις μὲς στὸν ἥλιο, πίσω ἀπὸ τὸν ἥλιο.
    Καὶ τὰ παιδιὰ ποὺ κάναν μακροβούτια ἀπ᾿ τὰ μπαστούνια
    πηγαίνουν σὰν ἀδράχτια γνέθοντας ἀκόμη,
    σώματα γυμνὰ βουλιάζοντας μέσα στὸ μαῦρο φῶς
    μ᾿ ἕνα νόμισμα στὰ δόντια, κολυμπώντας ἀκόμη,
    καθὼς ὁ ἥλιος ράβει μὲ βελονιὲς μαλαματένιες
    πανιὰ καὶ ξύλα ὑγρὰ καὶ χρώματα πελαγίσια-
    ἀκόμη τώρα κατεβαίνουνε λοξὰ
    πρὸς τὰ χαλίκια τοῦ βυθοῦ
    οἱ ἄσπρες λήκυθοι.
    Ἀγγελικὸ καὶ μαῦρο, φῶς,
    γέλιο τῶν κυμάτων στὶς δημοσιὲς τοῦ πόντου,
    δακρυσμένο γέλιο,
    σὲ βλέπει ὁ γέροντας ἱκέτης
    πηγαίνοντας νὰ δρασκελίσει τὶς ἀόρατες πλάκες
    καθρεφτισμένο στὸ αἷμα του
    ποὺ γέννησε τὸν Ἐτεοκλῆ καὶ τὸν Πολυνείκη.
    Ἀγγελικὴ καὶ μαύρη, μέρα-
    ἡ γλυφὴ γέψη τῆς γυναίκας ποὺ φαρμακώνει τὸ φυλακισμένο
    βγαίνει ἀπ᾿ τὸ κύμα δροσερὸ κλωνάρι στολισμένο στάλες.
    Τραγούδησε μικρὴ Ἀντιγόνη, τραγούδησε, τραγούδησε...
    δὲ σοῦ μιλῶ γιὰ περασμένα, μιλῶ γιὰ τὴν ἀγάπη
    στόλισε τὰ μαλλιά σου μὲ τ᾿ ἀγκάθια τοῦ ἥλιου,
    σκοτεινὴ κοπέλα-
    ἡ καρδιὰ τοῦ Σκορπιοῦ βασίλεψε,
    ὁ τύραννος μέσα ἀπ᾿ τὸν ἄνθρωπο ἔχει φύγει,
    κι ὅλες οἱ κόρες τοῦ πόντου, Νηρηίδες, Γραῖες
    τρέχουν στὰ λαμπυρίσματα τῆς ἀναδυομένης
    ὅποιος ποτέ του δὲν ἀγάπησε θ᾿ ἀγαπήσει,
    στὸ φῶς-
      καὶ εἶσαι
    σ᾿ ἕνα μεγάλο σπίτι μὲ πολλὰ παράθυρα ἀνοιχτὰ
    τρέχοντας ἀπὸ κάμαρα σὲ κάμαρα, δὲν ξέροντας ἀπὸ ποῦ
      νὰ κοιτάξεις πρῶτα,
    γιατὶ θὰ φύγουν τὰ πεῦκα καὶ τὰ καθρεφτισμένα βουνὰ
      καὶ τὸ τιτιβισμάτων πουλιῶν
    θ᾿ ἀδειάσει ἡ θάλασσα, θρυμματισμένο γυαλί, ἀπὸ βοριὰ
      καὶ νότο
    θ᾿ ἀδειάσουν τὰ μάτια σου ἀπ᾿ τὸ φῶς τῆς μέρας
    πῶς σταματοῦν ξαφνικὰ κι ὅλα μαζὶ τὰ τζιτζίκια.
    Πόρος, «Γαλήνη», 31 τοῦ Ὀχτώβρη 1946